φρυγία

φρυγία
Ιστορική περιοχή της Τουρκίας στο μικρασιασιατικό υψίπεδο, του οποίου αποτελεί το δυτικό τμήμα. Στην αρχαιότητα η ονομασία Φρυγία υποδήλωνε μια ζώνη πιο εκτεταμένη από τη σημερινή, η οποία εκτεινόταν από τον ποταμό Άλυ (το σημερινό Κιζίλιρμακ) στα Α έως το Αιγαίο στα Δ. Αργότερα όμως Φ. θεωρήθηκε η έκταση που περικλειόταν μεταξύ Βιθυνίας προς Β και Πισιδίας στα Ν, Μυσίας, Λυδίας και Καρίας στα Δ, και Λυκαονίας στα Α. Ορεινή στο μεγαλύτερο μέρος της, την περιοχή διασχίζουν μερικοί ποταμοί που εκβάλλουν στο Αιγαίο, όπως ο Γκεντίζ και ο Μπουγιούκ Μεντερές (ο αρχαίος Μαίανδρος). Η οικονομία της βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην κτηνοτροφία προβάτων και βοοειδών και στη γεωργία, που ευδοκιμεί στις πλαγιές των βουνών που είναι περισσότερο εκτεθειμένες στους υγρούς ανέμους της θάλασσας. Καλλιεργούνται δημητριακά (σιτάρι και κριθάρι), καπνός, οπωρικά και ινδική κάνναβη. Η βιομηχανία δεν είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένη, υπάρχουν όμως αρκετές βιοτεχνίες (μάλλινα, υφαντά και χαλιά). Ιστορία. Οι Φρύγες, αρχαίος λαός πιθανότατα ευρωπαϊκής καταγωγής, που προερχόταν από τη Μακεδονία ή τη Θράκη, κατά τη 2η χιλιετία π.Χ., πέρασαν στη Μικρά Ασία όπου εκτόπισαν τους Χετταίους και ίδρυσαν ανεξάρτητο βασίλειο το οποίο ονομάστηκε Φρυγία. Αν και το βασίλειό τους είχε αρχικά αξιοσημείωτη έκταση, φτάνοντας από τον ποταμό Άλυ έως το Αιγαίο, δεν έπαιξε ποτέ σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή της ανατολικής Μεσογείου, παρότι διατηρούσε στενές σχέσεις με τις ελληνικές πόλεις που ήκμαζαν και τα βασίλεια της Μεσοποταμίας. Πρωτεύουσα του βασιλείου ήταν το Γόρδιο, στη δεξιά όχθη του Σαγγάριου, και οι βασιλιάδες έπαιρναν κάθε φορά την ονομασία της πόλης και το όνομα του Μίδα. Με το πέρασμα των αιώνων η έκταση του βασιλείου περιορίστηκε βαθμιαία στο έδαφος που αντιστοιχεί κατά προσέγγιση στη σημερινή Φ., ώσπου έχασε κάθε επαφή με τη θάλασσα. Στις αρχές του 7ου αι. π.Χ. η Φ. δέχτηκε εισβολή των Κιμμερίων και έχασε την ανεξαρτησία της. Αργότερα, έως τα μέσα του 6ου αι., κυριαρχήθηκε από τους Λυδούς, και το 546 π.Χ. υποτάχτηκε στην περσική αυτοκρατορία, ώσπου κατακτήθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο (333 π.Χ.). Οι Φρύγες, που αναφέρονται στα ομηρικά ποιήματα για τη γεωργική τους δραστηριότητα και για την κτηνοτροφία τους, ήταν ιδιαίτερα ονομαστοί στην αρχαιότητα για τα άριστα μάλλινα υφαντά τους και για την εντατική εκμετάλλευση των χρυσωρυχείων, γεγονός που πιθανότατα έδωσε αφορμή στον θρύλο του μυθικού πλούτου του βασιλιά τους Μίδα. Ελάχιστα όμως ξέρουμε, τουλάχιστον έως τον 6o αι. π.Χ., για τον πολιτισμό τους. Η φρυγική τέχνη, της οποίας ελάχιστα ίχνη σώζονται σε μερικά επιτάφια μνημεία, φαίνεται τυπικά χιττιτικής καταγωγής και κατόπιν ισχυρά επηρεασμένη από την κρητική και τελικά την ελληνική τέχνη. Η θρησκεία τους φαίνεται πως ήταν ουσιαστικά φυσιοκρατική: οι πιο σεβαστές θεότητες ήταν η Κυβέλη και η Άττις, των οποίων η οργιαστική λατρεία διαδόθηκε πολύ στην Ελλάδα και στη Ρώμη. Φρυγία: η περιοχή της Ιεράπολης. Τμήμα αγγείου με πολύχρωμη απεικόνιση Φρύγα πολεμιστή.
* * *
ἡ, Α
1. (για γυναίκα) αυτή που έχει ως έργο της να φρύγει, να καβουρντίζει
2. θερμότητα που προκαλεί καύση
3. είδος τού φυτού ασπλήνιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρύγω + κατάλ. -ία (πρβλ. σηπ-ία)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • φρυγία — φρυγίᾱ , φρύγιος dry fem nom/voc/acc dual φρυγίᾱ , φρύγιος dry fem nom/voc sg (attic doric aeolic) φρυγίᾱ , φρυγία female roaster fem nom/voc/acc dual φρυγίᾱ , φρυγία female roaster fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φρυγίᾳ — φρυγίᾱͅ , φρύγιος dry fem dat sg (attic doric aeolic) φρυγίᾱͅ , φρυγία female roaster fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φρυγία — Φρυγίᾱ , Φρύγιος dry fem nom/voc/acc dual Φρυγίᾱ , Φρύγιος dry fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φρυγίᾳ — Φρυγίᾱͅ , Φρύγιος dry fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φρυγία — η περιοχή στη Μ. Ασία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Φρύγια — Φρύγιος dry neut nom/voc/acc pl Φρύγιος dry neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φρύγια — φρύγιον firewood neut nom/voc/acc pl φρύγιος dry neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φρυγίας — φρυγίᾱς , φρύγιος dry fem acc pl φρυγίᾱς , φρύγιος dry fem gen sg (attic doric aeolic) φρυγίᾱς , φρυγία female roaster fem acc pl φρυγίᾱς , φρυγία female roaster fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φρυγίαι — φρυγίᾱͅ , φρύγιος dry fem dat sg (attic doric aeolic) φρυγίᾱͅ , φρυγία female roaster fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φρυγίαν — φρυγίᾱν , φρύγιος dry fem acc sg (attic doric aeolic) φρυγίᾱν , φρυγία female roaster fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”